Στο Zάππειο μια μέρα

Ξεχνάω εύκολα. Να το πεις θέμα ηλικίας; Τι να σου πω. Πόσο είμαι δεν το θυμάμαι. Ογδόντα πατημένα; Ογδόντα φευγάτα; Θα σε γελάσω. Είδα κήπο και μπήκα. Ωραίος κήπος όμως. Σα κήπος δηλαδή όχι σαν εκείνο το πράγμα που μένω. Μέσα στο σκουπίδι είναι. Έχει και δυο δέντρα ψωριάρικα. Απέναντι από το Χρηματιστήριο μένω. Είναι μια στοά και μετά η αυλή της Εμπορικής. Αριστερά όπως μπαίνεις είναι η ΔΕΗ. Εγώ μένω δεξιά. Δίπλα στα σκαλοπάτια. Να σου πω παράπονο δεν έχω. Ήσυχα είναι. Κάτι μαστούρηδες μόνο. Αυτοί που πάνε να πληρώσουν τη ΔΕΗ, πάνε απ’ έξω απ’ το δρόμο. Διότι σου λένε μην πέσει πάνω μου κανένας βρωμιάρης και κολλήσω καμιά αρρώστια. Εγώ πάλι ανάγκη δεν έχω. Έχω γερή κράση. Αφού να σκεφτείς σ’ αυτήν την ηλικία και βγάζω μαλλιά. Καλά μη με κοιτάς έτσι, άμα λουστώ να με δεις. Γιατί αμφιβάλλεις; Βεβαίως και θα με ξαναδείς. Να είσαι βέβαιος κύριε, πώς σε είπαμε, Ευαγγέλη. Μάλιστα κύριε Ευαγγέλη Ζάππα, που λες, είπαμε δε θυμάμαι αλλά δε χάνομαι και ποτέ. Διότι μ’ αρέσει να παίρνω τους δρόμους. Περπατάω πολύ. Όπου με βγάλει. Να πούμε την αλήθεια κάθομαι και σε κανένα παγκάκι άμα κουραστώ. Άνθρωπος είμαι. Κουράζομαι. Όμως δε χάνομαι ποτέ. Έχω σύστημα . Έχω αυτό το τεφτέρι και γράφω. Γράφω. Ας πούμε. Βασιλίσσης Αμαλίας. Βουλή. Στρίβω αριστερά. Φοίνικες δεξιά. Φοίνικες αριστερά. Μετά τα διαβάζω ανάποδα και γυρίζω στη βάση μου. Παραδέχεσαι; Να εδώ είναι το Ζάππειον. Βλέπεις; Το γράφει εκεί πάνω. Πάνω απ’ αυτές τις οκτώ κολώνες. Ζάππειον. Σκάλισμα που το έχουν όμως οι άτιμες. Αρχαίες είναι, νέες, τι να σου πω. Πάντως τα έχουν τα χρονάκια τους. Απ’ τα δικά μου πιο πολλά σίγουρα. Όρθιες όμως. Κι αστράφτουν στον ήλιο. Εγώ σα κορινθιακή σταφίδα. Να τσίμπα καμιά σταφίδα. Σταφίδα, στραγάλι ανάμικτο. Καρφούρ είναι. Η κυρία Φωφώ μού τα φέρνει, κάθε πρωί. Υπάλληλος της Εμπορικής. Παράπονο δεν έχω. Μου φέρνει και το φαγητό μου το μαγειρευτό, μου φέρνει και το γλυκό μου και το στραγάλι μου. Τα πάντα. Το στραγάλι πάντως αφράτο. Κοίτα σα κωλαράκι. Θες; Δε θες. Καλά. Δεν είναι με το ζόρι. Καμιά φορά αφήνω και στραγάλια στο δρόμο να είμαι σίγουρος. Άμα τ’ αφήνεις σε καλή θέση δεν τα πειράζει κανείς. Στην επιστροφή μάλιστα τα καθαρίζω με τα δάχτυλα, να έτσι, και τα τρώω. Κρίμα είναι. Ειδικά όταν έχει υγρασία, μαλακώνουν, σπουδαία γίνονται. Κοίτα το πάντως βρε παιδί μου το στραγάλι, σα κωλαράκι είναι. Σαν εκείνον, κάτσε να δεις πώς τον λένε. Το έχω γράψει, θα το βρω. Εδώ στο κήπο τον είδα κι αυτόν. Βρε Ευαγγέλη μου, έχει όμως ένα σώμα ο μπαγάσας. Δηλαδή να, κωλαράκι σα το στραγάλι να πούμε αφράτο. Μεταξύ μας, εγώ φταίω που το παρατήρησα; Αυτός μου το μοστράρει. Εδώ τον έχω γραμμένο. Ξυλοθραύστης, Δημήτρης. Δημήτρη θα τον λένε. Πάντως, η αλήθεια είναι ότι το μάρμαρο το σιχαίνομαι. Βλέπεις τώρα να πούμε τον Δημήτρη με το κωλαράκι ολοζώντανο. Και χίλια χρόνια να περάσουν το ίδιο θα είναι. Τι να δεις εμένα. Θα σου γυρίσει το άντερο. Στα νιάτα μου να μ’ έβλεπες. Ο Δημήτρης μπροστά μου χαρτωσιά. Αυτό μ’ έφαγε. Αλλιώς θα είχα τώρα παιδιά να με κοιτάξουν. Εντάξει, δεν λέω τη γλέντησα τη ζωή μου. Παράπονο δεν έχω. Αν θυμάμαι καλά δηλαδή. Να, κύριε Ευαγγέλη μου, κάτι τέτοια άμα δε τα θυμάμαι, θυμώνω. Θυμώνω να πούμε, να μη θυμάμαι πώς ήταν ο τάδε. Τίποτα. Κολλάει το ρημάδι. Κι άμα ξεκολλήσει ξεχνάω μετά τι ήθελα να θυμηθώ. Μεγάλη μανούρα. Κοίτα βρε παιδί μου που πιάσαμε την κουβέντα και ξεχάστηκα. Εδώ στο τεφτέρι γράφω έντεκα η ώρα στο καλλιμάρμαρο. Ζάππειο, Αίγλη, μετά ευθεία. Στο καλλιμάρμαρο απ’ έξω θα βρω την κόρη μου τη Φωφώ. Κόκκινο αυτοκίνητο. Να ‘σαι καλά Ευαγγέλη μου.

Ο μικρός ποιητής

(όπως ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ)

Αλλά ήρθε η στιγμή που ο μικρός ποιητής, αφού πολύ έγραψε στην άμμο, στους τοίχους και στα χαρτιά, ανακάλυψε επιτέλους ένα δρόμο. Κι όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην έκδοση. «Καλημέρα», είπε. Ήταν κάποιο γραφείο εκδόσεων γεμάτο στοίβες ποιήματα. «Καλημέρα», είπαν τα ποιήματα. Ο μικρός ποιητής τα κοίταξε. Έμοιαζαν όλα στο ποίημά του. «Τι είσαστε;», τους ρώτησε έκπληκτος. «Είμαστε ποιήματα», είπαν τα ποιήματα. «Α!» έκανε ο μικρός ποιητής… Κι αισθάνθηκε πολύ δυστυχισμένος. Το ποίημά του, του ’χε πει, πως ήταν το μοναδικό στο σύμπαν. Και να που υπήρχαν χιλιάδες μέσα σ’ ένα μόνο γραφείο. «Θα αισθανόταν πολύ προσβεβλημένο, αν το ’βλεπε αυτό», σκέφτηκε, «θα ’βηχε πολύ και θα ’κανε πως πεθαίνει, για ν’ αποφύγει τη γελοιοποίηση. Και θα ’μουνα υποχρεωμένος να κάνω, πως το φροντίζω, γιατί αλλιώς για να με ταπεινώσει κι εμένα, θ’ αφηνόταν στ’ αλήθεια να πεθάνει…» Μετά σκέφτηκε κι αυτό: «Νόμιζα, πως έχω τον πλούτο ενός μοναδικού στον κόσμο ποιήματος και δεν έχω παρά ένα συνηθισμένο ποίημα. Αυτό κι η ποιητική μου συλλογή, που περιμένει να εκδοθεί και που ίσως να μην εκδοθεί ποτέ, δεν με κάνουν δα και κανένα μεγάλο ποιητή…» Και ξάπλωσε στα χαρτιά κι έκλαψε. Τότε είναι που παρουσιάστηκε ένας υπεύθυνος εκδόσεων. «Καλημέρα», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. «Καλημέρα», απάντησε ευγενικά ο μικρός ποιητής, που στράφηκε μα δεν είδε τίποτα. «Εδώ είμαι», είπε η φωνή, «πίσω απ’ αυτές τις στοίβες χειρογράφων» «Ποιος είσαι;», είπε ο μικρός ποιητής. «Είσαι πολύ εντυπωσιακός…» «Είμαι ένας υπεύθυνος εκδόσεων», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. «Έλα να διαβάσεις το ποίημά μου», του πρότεινε ο μικρός ποιητής. «Είμαι τόσο λυπημένος…». «Δεν μπορώ να το διαβάσω», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. «Δεν έχεις συστάσεις και δεν μου το επιτρέπει ο εκδότης, ειδικά για τα ποιήματα». «Α! συγγνώμην» έκανε ο μικρός ποιητής. Αλλά μετά από σκέψη πρόσθεσε: «Τι σημαίνει «συστάσεις»;» «Είναι κάτι πολύ σημαντικό», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. «Σημαίνει «κάποιος σε στέλνει σε μένα». «Κάποιος;» «Βέβαια», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. «Για μένα, ακόμα δεν είσαι παρά ένας ποιητάκος εντελώς όμοιος με εκατό χιλιάδες άλλους ποιητάκους. Και δεν σ’ έχω ανάγκη. Για σένα, δεν είμαι παρά ένας υπεύθυνος εκδόσεων όμοιος με δεκάδες υπεύθυνους εκδόσεων. Όμως, αν σε στείλει κάποιος, θα ’χω έναν λόγο να διαβάσω το ποίημά σου. Θα διαβάσω το ποίημά σου και θα ’μαι για σένα αυτός που θα νοιαστεί να πείσει τον εκδότη…» «Αρχίζω να καταλαβαίνω», είπε ο μικρός ποιητής. «Υπάρχει ένα ποίημα… νομίζω αυτό με έχει στείλει …» «Μπορεί», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. Αλλά ο υπεύθυνος εκδόσεων ξαναγύρισε στην ιδέα του: «Η δουλειά μου είναι μονότονη. Κυνηγώ ταλέντα, οι συγγραφείς με κυνηγούν. Όλα τα ταλέντα μοιάζουν μεταξύ τους κι όλοι οι συγγραφείς μοιάζουν μεταξύ τους. Έτσι πλήττω λιγάκι. Αλλά αν κάποιος σε στείλει σε μένα, η δουλειά μου θα ’ναι εύκολη. Θ’ αναγνωρίζω ένα ποίημα που θα ’ναι διαφορετικό απ’ όλα τ’ άλλα. Τ’ άλλα ποιήματα με κάνουν να κρύβομαι πάλι πίσω απ’ αυτές τις στοίβες χειρογράφων. Το δικό σου θα με καλεί να το υπερασπίσω στον εκδότη. Και μετά, κοίτα! Βλέπεις εκεί κάτω τα πιεστήρια με το χαρτί; Εμένα δε μου αρέσει η ποίηση. Η ποίηση εμένα μου είναι άχρηστη. Οι συλλογές ποιημάτων δεν μου θυμίζουν τίποτα. Οι εκδότες δεν τις θέλουν γιατί δεν κερδίζουν απ’ αυτές. Κι αυτό είναι θλιβερό. Ο υπεύθυνος εκδόσεων σώπασε και κοίταξε για πολύ το μικρό ποιητή: «Σε παρακαλώ …βρες κάποιον», είπε. Έτσι ο μικρός ποιητής υποσχέθηκε στον υπεύθυνο εκδόσεων πως θα ψάξει να βρει κάποιον. Μετά ο υπεύθυνος εκδόσεων πρόσθεσε. «Πήγαινε να ξαναδείς τα ποιήματα, θα καταλάβεις ότι το δικό σου είναι μοναδικό στον κόσμο, θα ξανάρθεις να μ’ αποχαιρετήσεις, κι εγώ θα σου χαρίσω ένα μυστικό.» Ο μικρός ποιητής πήγε να δει τα ποιήματα και ξανάρθε στον υπεύθυνο εκδόσεων: «Αντίο» είπε. «Αντίο», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία δεν την βλέπουν τα μάτια.» «Την ουσία δεν την βλέπουν τα μάτια», επανέλαβε ο μικρός ποιητής, για να το θυμάται. «Ο χρόνος που έχασες για το ποίημά σου αυτός είναι που κάνει το ποίημά σου τόσο σημαντικό.» «Ο χρόνος πού έχασα για το ποίημά μου…», έκανε ο μικρός ποιητής, για να το θυμάται. «Οι εκδότες ξέχασαν αυτή την αλήθεια», είπε ο υπεύθυνος εκδόσεων. «Αλλά εσύ δεν πρέπει να το ξεχάσεις. Γίνεσαι για πάντα υπεύθυνος γι’ αυτό που έχεις δημιουργήσει. Είσαι υπεύθυνος για το ποίημά σου…» «Είμαι υπεύθυνος για το ποίημά μου», επανέλαβε ο μικρός ποιητής, για να το θυμάται.

Ο συρμός της Λογοτεχνίας

Αφετηρία των περιπλανώμενων συγγραφέων. Προορισμός άγνωστος. Αγαπητοί συγγραφείς πριν κατευθυνθείτε προς τις αποβάθρες για να επιβιβαστείτε στους συρμούς της Λογοτεχνίας είναι υποχρεωτική η επικύρωση της συγγραφικής σας τάσεως στα Επικυρωτικά Μηχανήματα. Πραγματοποιείται διαρκής έλεγχος από εξουσιοδοτημένους φιλολόγους και κριτικούς λογοτεχνίας, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν οι συγγραφείς έχουν στην κατοχή τους έγκυρο τίτλο συγγραφικής τάσεως. Η Λογοτεχνία εντός ολίγων λεπτών καταφθάνει στην αποβάθρα. Στην περίπτωση που κάποιος συγγραφέας δε διαθέτει έγκυρο τίτλο συγγραφικής τάσεως, του επιβάλλεται πρόστιμο που αντιστοιχεί σε πολλαπλάσια συγγραφική άσκηση της προβλεπόμενης. Στοχάζεστε πάντοτε και μη χαζεύετε στο χώρο της αποβάθρας. Αν συνοδεύετε κάποιον ήρωα, μπαίνετε και βγαίνετε στη Λογοτεχνία μαζί του. Κινηθείτε προς το σημείο όπου δεν υπάρχει συνωστισμός. Σταθείτε δεξιά ή αριστερά από την έμπνευση για να βγουν οι συγγραφείς που επιθυμούν να αποβιβαστούν και στη συνέχεια επιβιβαστείτε. Εάν ακούσετε τον χαρακτηριστικό ήχο για το κλείσιμο της εμπνεύσεως απομακρυνθείτε από τη Λογοτεχνία και μη προσπαθήσετε να επιταχύνετε για να εισέλθετε στη Λογοτεχνία προλαβαίνοντας το κλείσιμο της εμπνεύσεως. Εάν υπάρχει συνωστισμός στα κείμενα που βρίσκονται κοντά σας, προχωρήστε στα επόμενα. Συνήθως ακολουθούν κείμενα όπου υπάρχουν λιγότεροι συγγραφείς και θα είστε πιο άνετα. Εάν βρίσκεστε στην αποβάθρα και υπάρχει έκτακτη ανάγκη, χρησιμοποιείστε το Τηλέφωνο Κινδύνου Συγγραφέων που υπάρχει στους Φιλολογικούς Σταθμούς. Πατήστε το κόκκινο κομβίο έκτακτης ανάγκης και μιλήστε με τον Υπεύθυνο της Λογοτεχνίας. Ακολουθείστε τις οδηγίες του. Προσοχή: Η άσκοπη χρήση του διώκεται ποινικά. Εάν αντιληφθείτε κάποιο συγγραφέα στην τροχιά κίνησης της Λογοτεχνίας, πατήστε το κόκκινο κομβίο που βρίσκεται στα άκρα της κάθε αποβάθρας και διακόπτει τη συγγραφή των κειμένων. Προχωρείτε προς στο κέντρο της Λογοτεχνίας και αφήνετε χώρο για τους υπόλοιπους συγγραφείς. Μέσα στα κείμενα, εάν παραμένετε χωρίς λέξεις, να κρατείστε από τις λέξεις που υπάρχουν στη οροφή. Μη στέκεστε πολύ κοντά στις κοινοτοπίες, μη στηρίζεστε πάνω τους. Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, χρησιμοποιείστε το Σήμα Κινδύνου Συγγραφέων. Τραβήξτε τη γραφίδα προς τα κάτω για να μιλήσετε με τον Οδηγό της Λογοτεχνίας. Ακολουθείστε τις οδηγίες του. Προσοχή: H άσκοπη χρήση της διώκεται ποινικά. Μην προσπαθείτε να παραβιάσετε την έμπνευση. Μην αντιγράφετε και μην επαναλαμβάνεστε στους χώρους της Λογοτεχνίας. Μην καταναλώνετε καλολογίες. Είναι πιθανό κάποιος να γλιστρήσει πατώντας σε λιπαρά απορρίμματα. Μην τρέχετε, μην κάνετε φασαρία και μην παίζετε με τον εξοπλισμό στους χώρους της Λογοτεχνίας. Εάν αντιληφθείτε κάποιο ξεχασμένο κεφάλαιο ή ξεχασμένη παράγραφο ή πρόταση μην την αγγίξετε. Μπορεί να είναι κάτι επικίνδυνο. Το ταξίδι προσφέρεται και αντίστροφα, για τα κείμενά σας, με τους συρμούς του Συγγραφέα. Σας ευχόμαστε ένα καλό και άνετο ταξίδι. Επόμενη στάση των Αναγνωστών.

Ο άνεργος άνθρωπος αρσενικός

     
    Ο άνεργος άνθρωπος αρσενικός 1,82 και 72 αρμονικός, Θήτα Ταυ 27, αφού ελέγχθηκε και βρέθηκε με φυσιολογικές τιμές ουρίας, γλυκόζης, κρεατίνης, πρωτεϊνών, χοληστερόλης, τριγλυκεριδίων, φωσφολιπιδίων, αμυλάσης, λιπάσης, αλδοστερόνης, αυξητικής ορμόνης, γοναδοτροπινών, δεϋδοεπιανδροστερόνης, θυρεοειδότροπου ορμόνης, ινσουλίνης, κατεχολαμινών, κορτιζόλης, κορτικοτροφίνης, προλακτίνης, τεστοστερόνης και παραθορμόνης, εισήλθε στο κτίριο Δέλτα Κάθετος Ήτα, ανεγερθέντος εκατόν τριανταδύο έτη από κτίσεως πόλεως, αυστηρής κατασκευής με ευνοημένες τις κάθετες γραμμές. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό χώρο υποδοχής επισκεπτών. Εκκλήθηκε για να εργαστεί στην θέση του αποβιώσαντος εργαζόμενου ανθρώπου αρσενικού Βήτα Ταυ 52. Ο άνθρωπος Θήτα Ταυ 27, σχετικά νέος, ήδη έχει απομακρυνθεί από τρεις εργασίες και έχει υποθηκευμένο το 85% της εργασιακής του ικανότητας.

    Για την θέση αυτή τον έχει προωθήσει στον κυβερνήτη του κτιρίου Δέλτα Κάθετος Ήτα ο συμμαθητής του πατέρα του ευεργέτης άνθρωπος αρσενικός 1,85 και 99 παχύσαρκος Σίγμα Ωμέγα 59, ο όποιος επίσης και εργάζεται εδώ από πενταετίας με το εύσημο της πλήρους συνεργασίας με την ιεραρχία, με μια εισαγωγική και δέκα περιοδικές επιμορφώσεις, με απόδοση 10 ωρών ανά εικοσιτετράωρο, αφαιρουμένων τριών δεκαλέπτων διαλλειμάτων για λόγους ημερήσιας επιμορφώσεως, αποδόσεως αναφοράς στην ιεραρχία και τακτικής αξιολογήσεως αντίστοιχα, καθώς και ενός πεντάλεπτου ημερήσιου ιατρικού ελέγχου.

    Τον δέχτηκε μία άνθρωπος σε ένα μικρό γραφείο 27 κυβικών μέτρων, στο βάθος του δεξιού διαδρόμου, από την πλευρά της βορειοδυτικής εισόδου του κτιρίου Δέλτα Κάθετος Ήτα. Μια Α4 πλαστικοποιημένη πινακίδα, η οποία έγραφε, γραφείο κλητήρα τρίτης τάξεως του γραφείου προσλήψεων υπό δοκιμή προσωπικού των ορόφων 9 έως 14, τον καθοδήγησε έως το γραφείο της. Η άνθρωπος γυναίκα 1,78 και 64 λιπόσαρκος Κάπα Ζήτα 48/2 τέκνα τον δέχτηκε με ένα νεύμα ενώ αρχειοθετούσε εικοσιτέσσερα νεοεισερχόμενα έγγραφα του δεκάτου τρίτου ορόφου που μόλις είχε λάβει στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της. Του ζήτησε την απόλυτη προσοχή του γιατί θα τον συνόδευε στη θέση του για μια και μοναδική φορά και η πρόσληψή του καταρχήν θα εξαρτιόταν ακριβώς από την ικανότητά του να αποτυπώσει αυτήν τη διαδρομή ώστε να καταστεί ικανός να φτάνει από την επομένη της πρόσληψής του έως τη θέση του χωρίς καμιά βοήθεια προσανατολισμού και χωρίς καθόλου χάσιμο χρόνου. Το μέλημα αυτού του όρου ήταν να προληφθούν τυχόν αποπροσανατολισμοί νέων υπό δοκιμή εργαζομένων εντός του κτιρίου Δέλτα Κάθετος Ήτα αφού κάποιοι χαμένοι συνεχίζουν την περιπλάνησή τους από όροφο σε όροφο πολλά χρόνια ήδη. Του εξήγησε πως η εξέτασή του από τον υπεύθυνο τμηματάρχη του βόρειου τμήματος του ορόφου όπου θα εργαζόταν, η παράδοση των πειστηρίων των προσόντων του με προκαταβαλλόμενο παράβολο ίσο του 1/3 των μισθών υπό δοκιμή εργαζομένου του πρώτου εξαμήνου, η εκτενής απόδοση των καθηκόντων του σε τόμο αξίας ίσης του 1/40 των μισθών υπό δοκιμή εργαζομένου της πρώτης τριετίας, η εισαγωγική άνευ αποδοχών επιμόρφωσή του και η πρώτη κύρια επιμόρφωσή του αξίας ίσης με τους μισθούς δύο μηνών, θα ακολουθούσαν αμέσως μετά από την πρώτη αυτή δοκιμασία για την οποία και θα του γινόταν κράτηση ίση με το ? ενός ημερομισθίου.

    Έπειτα σηκώθηκε η άνθρωπος Κάπα Ζήτα 48/2 τέκνα και του ζήτησε να την ακολουθήσει. Περπάτησαν μαζί πάλι έως το βορειοδυτικό χώρο υποδοχής επισκεπτών του κτιρίου Δέλτα Κάθετος Ήτα και πήραν τη μεσαία από τις τρεις σκάλες που βρίσκονταν ακριβώς αντίκρυ στην βορειοδυτική είσοδο. Στον όροφο υπήρχαν επτά ανελκυστήρες των επτά ανθρώπων ο καθένας. Μπήκαν στον τέταρτο ανελκυστήρα και πήγαν στο δέκατο τρίτο όροφο. Η άνθρωπος Κάπα Ζήτα 48/2 τέκνα εξήγησε πως κάθε ανελκυστήρας φτάνει μόνο στο δικό του αντίστοιχο επίπεδο το οποίο και περικλείει τέσσερις ορόφους και που μπορεί κανείς εύκολα να βρει αν πολλαπλασιάσει τον αύξοντα αριθμό του ανελκυστήρα που χρησιμοποιεί με το τέσσερα και κατόπιν αφαιρέσει τέσσερα. Έτσι ο τέταρτος επί τέσσερα μείον τέσσερα έφτανε από τον δωδέκατο έως τον δέκατο έκτο όροφο κι αν κανείς ήθελε να πάει στο δέκατο έβδομο και είχε από λάθος χρησιμοποιήσει τον τέταρτο ανελκυστήρα, τότε ο μόνος τρόπος να διορθώσει το λάθος του θα ήταν να πάει πάλι έως τον όροφο των ανελκυστήρων για να πάρει από εκεί τον πέμπτο. Επίσης αν και θα μπορούσε κανείς να το συμπεράνει εύκολα μόνος του, η άνθρωπος Κάπα Ζήτα 48/2 τέκνα διευκρίνισε στον άνθρωπο Θήτα Ταυ 27 πως στο κτίριο υπήρχαν εικοσιοκτώ όροφοι συν ένας, αφού οι ανελκυστήρες ήταν επτά επί τέσσερα και επίσης του εξήγησε το ευκόλως εννοούμενο, πως αυτό το συν ένας αφορούσε τον όροφο των ανελκυστήρων μέχρι τον οποίο οδηγούσαν μόνο οι σκάλες με την υποσημείωση ότι όλα αυτά θα έπρεπε κανείς να τα σκέφτεται λαμβάνοντας υπόψη του ότι το κτίριο Δέλτα Κάθετος Ήτα, αυστηρής κατασκευής με ευνοημένες τις κάθετες γραμμές, εκτεινόταν υπογείως.

Άγνωστες οι βουλές των ηρώων

Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους, είναι μια από τις ερωτήσεις που μου έκανε ο Λάμπρος Σκουζάκης για τη στήλη «αίθριο» του λογοτεχνικού blog του, http://www.facebook.com/l.php?u=http%3A%2F%2Fpandoxeio.wordpress.com%2F2010%2F09%2F11%2Faithriopanagiotidis%2F&h=c0de89cDBq86Jj_xz6Zapz5ZF3A

Κι εγώ απερίσκεπτος απάντησα: «Το ότι γράφοντας ένα μυθιστόρημα, οι ήρωές του αποκτούν στην πορεία σάρκα και οστά και σε ακολουθούν, συζούν μαζί σου, δεν με εντυπωσιάζει. Είναι θαυμαστό όμως το πώς αυτονομούνται κατά τη διάρκεια της συγγραφής. Μπορούν να σε αναγκάζουν ακόμα και ν’ αλλάξεις την εξέλιξη της ιστορίας σου. Πολλές φορές νιώθεις πως είσαι ένας υπηρέτης τους. Αφού τελειώσει το μυθιστόρημα παγιώνονται. Σα να κλείνονται σ’ ένα κιβώτιο και η τελεία στο τέλος του μυθιστορήματος τους κρατά εκεί μέσα άφθαρτους και σαν τιμωρημένους, να επαναλαμβάνουν ξανά και ξανά τις ίδιες πράξεις. Βέβαια κάποιοι απ’ αυτούς θα επιστρέψουν στο επόμενο μυθιστόρημα να σε βρουν και πάλι, σα να δικαιούνται μια δεύτερη ζωή, μια δεύτερη ευκαιρία.»

Απερίσκεπτος γιατί πρώτον οι ήρωες δεν με ακολουθούν. Εγώ πρέπει να τους ακολουθώ ως συγγραφέας τους. Είναι μια εξοντωτική και εντελώς αδιάκριτη παρακολούθηση που φτάνει όχι μόνο έως την κρεβατοκάμαρά τους αλλά και έως τις πιο βαθιές, κρυφές τους σκέψεις. Απερίσκεπτος γιατί δεν μπορώ να είμαι υπηρέτης τους ούτε καν μεταφορικά αφού αυτοί ακουσίως εμπλέκονται σε μια δικιά μου ιστορία, ακόμα και κόντρα στο χαρακτήρα τους, όπου πολλές φορές κακοπαθαίνουν, αρρωσταίνουν ή ακόμα και πεθαίνουν. Εγώ είμαι αυτός που τους βάζει να κάνουν απίστευτα πράγματα, ακραία ή αδιάφορα και βαρετά.

Μα πιο πολύ ένιωσα απερίσκεπτος γιατί πως γίνεται να παγιώνονται οι χαρακτήρες όταν τελειώνει το μυθιστόρημα αφού αμέσως μετά έχουν ν’ αντιμετωπίσουν τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες. Και εξηγούμαι: Στο μυθιστόρημα μου «Ερώτων και Αοράτων» η ηρωίδα είναι μια ανέραστη και μοναχική σαραντάρα, κακοπαθημένη και άτυχη, ονόματι Ερημιά, η οποία σε νεαρή ηλικία έχασε τη μάνα της. Επιπλέον ένας, τελείως άλλος ήρωας, ονόματι Θεοδέκτης, έχει ερωτική σχέση με τον δίδυμο αδερφό του, εμφανής ο συμβολισμός θεωρώ για όποιον διαβάσει. Στην Εφημερίδα «Τα Νέα» λοιπόν, ένας καλός δημοσιογράφος – αναγνώστης, που έτσι κι αλλιώς τον ευχαριστώ για τα καλά του λόγια και τη διαφήμιση που είχε την καλοσύνη να μου κάνει, έγραψε: Ένα μυθιστόρημα με έντονη αισθητική άποψη και σπάνιους ρυθμούς στο οποίο πρωταγωνιστεί η μικρή Ερημιά, ένα κοριτσάκι που ζει τον πρόωρο θάνατο της μάνας από γυναικολογικό καρκίνο και έναν ανήκουστο έρωτα που αγγίζει το μυστήριο της ψυχικής διδυμίας. Τώρα πώς η σαραντάρα Ερημιά γίνεται ένα μικρό κοριτσάκι και πώς βιώνει τον ανήκουστο έρωτα του άλλου ήρωα, αλλά και πώς οι φυσικοί δίδυμοι μετατίθενται στη σφαίρα της ψυχικής διδυμίας… δεν το γνωρίζω. Άγνωστες οι βουλές του αναγνώστη.

Αυτό όμως στο οποίο δε θ’ αλλάξει η πρώτη μου άποψη είναι η δεύτερη ζωή, η δεύτερη ευκαιρία που περιμένουν οι ήρωες ενός μυθιστορήματος. Αλλιώς πώς να εξηγήσω τη φωτογραφία ενός αγνώστου προς εμέ δίπλα στο βιβλίο μου, σε δημοσίευμα του περιοδικού “People” πριν λίγο καιρό. Ηλίου φαεινότερο πως το βιβλίο μου και οι ήρωές του, αποφάσισαν πρόωρα και βιαστικά ν’ αλλάξουν συγγραφέα για να τύχουν μιας καλύτερης μοίρας. Τους εύχομαι κάθε επιτυχία λοιπόν στη νέα τους ζωή.

Ο βίος και η πολιτεία του Ομήρου Ελληνίδη. Μια αληθινή ιστορία.

O Όμηρος Ελληνίδης, μεγαλορρήμων συγγραφέας, έστησε τη μικρή του φήμη κλέβοντας τις ιδέες των άλλων. Εργάστηκε το δυνατό λιγότερο και προτίμησε τα φιλολογικά σαλόνια όπου σύχναζε έστω και με δανεικά κοστούμια. Είχε πάντα έτοιμο κάποιο απόφθεγμα, κλεμμένο, προς εντυπωσιασμό αλλά σκέψη δική του καμία. Ετοίμαζε βιβλία άνευ λογοτεχνικού ενδιαφέροντος, προχειροδουλειές, με μόνο στόχο κάποιο εφήμερο κέρδος. Είχε βέβαια τον τρόπο του να διαφημίζει το έργο του σα να ήταν σπουδαίο και να πείθει πως η συγγραφή ήταν η κοπιώδης καθημερινότητά του. Τα λίγα χρήματα που εντέλει του απέδιδαν τα κακόγουστα βιβλία του τα σπαταλούσε ασκόπως. Εξάλλου οι εκδότες, ως γνήσιοι κερδοσκόποι, υπήρξαν αφειδείς δανειστές του. Κάθε επένδυση από μέρους τους σε βιβλίο του Ελληνίδη ήταν βέβαια καταδικασμένη, αν είχαν να περιμένουν από τις πωλήσεις του, αλλά όλοι τους γνώριζαν πως υπήρχε μια ικανή περιουσία την οποία θα μπορούσαν να του κατάσχουν εύκολα και η ρήτρα αυτή πάντα συνόδευε το κάθε καινούριο συμβόλαιο που υπέγραφε για ένα βιβλίο. Ο μεγαλορρήμων συγγραφέας, Όμηρος Ελληνίδης, κυριευμένος από άκρατο κομφορμισμό, εκμεταλλεύτηκε επιπλέον στο έπακρο όποια προσφορά πλουσίου φιλότεχνου. Όσοι έπεσαν στην παγίδα να του δώσουν χρήματα για να συγγράψει, δεν κέρδισαν άλλο εκτός από μία ακόμα κακόγουστη προχειροδουλειά ενώ ο Ελληνίδης σπαταλούσε ως συνήθως την επιδότηση ενός ακόμα Μαικήνα του σε κάποια κοσμοπολίτικη παραλία.  Ιδιαιτέρως του άρεσαν οι τελετές, όσο δε λαμπρότερες, όσο πομπωδέστερες τόσο το καλύτερο. Καθώς μάλιστα ο ίδιος δεν είχε και πολλά να παρουσιάσει για τον εαυτό του, παρουσίαζε στην πρώτη τέτοια ευκαιρία, τους πραγματικά σπουδαίους προγόνους του, πιστεύοντας ότι προκαλούσε ακόμα εντονότερο εντυπωσιασμό. Μπορεί να μην είχε να φάει αλλά τάιζε πάντα πάντες τους συγγραφείς, πλουσιοπάροχα. Ακόμα κι αν ήξερε ότι τίποτα δεν θα είχε να κερδίσει από μια εξαντλητική σπατάλη, φρόντιζε για σπουδαία, ανεπανάληπτα και άνευ προηγουμένου γεύματα, γιατί υστερόβουλος δεν ήταν. Ήταν μόνο λάτρης των δημοσίων σχέσεων και θύμα της ματαιοδοξίας του. Είχε δε το προτέρημα να είναι υπερβάλλων και με τη φιλοξενία. Φιλοξενούσε τους πάντες και τρόπον τινά αγαθός καθώς ήταν κατά βάθος, υπήρξε θύμα εκμετάλλευσης συχνάκις. Λίγο ο ήλιος που είχε καθίσει πάνω του, λίγο η θάλασσα που απλωνόταν στο κτήμα του εμπρός. Διότι ο Όμηρος Ελληνίδης, εκτός από σπουδαιότατους προγόνους, ετύγχανε να έχει τη νομή και την κατοχή ενός ιδιαιτέρως προνομιούχου παραθαλασσίου κτήματος. Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος, όσα πάνε κι όσα έρθουν, έλεγε τέτοια πολλά, κλεμμένα όλα, κι έζησε όλη του τη ζωή κοντόφθαλμα χωρίς σκοπό και δίχως ίχνος αγωνίας για το μέλλον του ή για την υστεροφημία του. Ο Όμηρος Ελληνίδης ολίγον καιρό πριν αρρωστήσει βαρέως, δέχτηκε την αυστηρή κριτική του τελευταίου εκδότη του, ο οποίος και του επέβαλε σκληρά μέτρα, όρους και προϋποθέσεις για την έκδοση του επόμενου βιβλίου του. Του ζήτησε το ανήκουστο να δουλέψει σκληρά με λιγότερα χρήματα. Τον πίεζαν βέβαια εν χορώ οι προηγούμενοι εκδότες του, δανειστές και κερδοσκόποι αλλά αρκετά πονόψυχοι, απαιτώντας ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους του. Του πρότειναν ελεγχόμενη πτώχευση, πράγμα που σήμαινε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών στον τρόπο ζωής του. Ο γιατρός  από την άλλη αποφάνθηκε επιβράδυνση της ανάκαμψης του. Ο Όμηρος Ελληνίδης σωφρονισμένος ολίγον τι, έως το τέλος του βίου του προσπάθησε να εργαστεί αν και πυρετώδης,  πυρετωδώς. Τίποτα δεν έμεινε απ’ αυτόν μετά το πέρας του βίου του παρ’ εκτός η δύσθυμος φήμη του. Έμειναν βεβαίως στη θέση τους και ο ήλιος και η θάλασσα του προνομιούχου κτήματός του μα κι αυτά δεν ήταν πια δικά του.

Η ανατομία ενός κειμένου

Από τη στιγμή που κείτεται το κείμενο ένας αριθμός ειδικών έλκεται απ’ αυτό. Όπως να φεγγοβόλαγε τραβώντας επάνω του τους σκώρους. Πρόκειται για τους γνωστούς ιατρούς κειμένων που το ανατέμνουν με κάθε προσφερόμενη χειρουργική μέθοδο και το αποσυνθέτουν στα εξ ων συνετέθη. Η ειδικότητά τους προήλθε απ’ αυτήν την ύπαρξη του κειμένου αλλά συνάφεια με κάποια ασθένεια του κειμένου δεν υπάρχει. Παρόλο που το κείμενο όχι μόνο δεν χρήζει θεραπείας αλλά σφύζει από παντοτινή υγεία, οι ανατόμοι του προστρέχουν με ποικιλία ανατομικών εργαλείων, μεγεθυντικούς φακούς, διαγνωστικούς μηχανισμούς και φαρμακευτικά σκευάσματα. Διεισδύουν, αφαιρούν, μετρούν, διαγιγνώσκουν. Οι ειδικοί των κειμένων κερδίζουν τα προς το ζην εκμεταλλευόμενοι την καλοσύνη του κειμένου να τους δοθεί. Πειραματίζονται με νέες μεθόδους εξέτασης, συναγωνίζονται σε πρωτοτυπία μεταξύ τους, αποφαίνονται και προτείνουν πάντα διαφορετικές αγωγές πρόσληψης. Το κατατάσσουν σε ρεύματα, σε τάσεις, σε σχολές ή περιόδους, το ερμηνεύουν γραμματολογικά, δομικά, αποδομικά, ψυχαναλυτικά. Διυλίζουν το ύφος του, τους σκοπούς του, το νοηματικό του φορτίο. Αναζητούν στοιχεία μιμητισμού και αποδείξεις υφολογικής συνέπειας. Στην πραγματικότητα καθόλου δεν τους ενδιαφέρει το ίδιο το κείμενο. Σκοπός τους είναι να επιβεβαιώσουν κάποια θεωρία ή ν’ ανακαλύψουν κάποια καινούρια. Το κείμενο ταλαιπωρημένο από τις ενδελεχείς και εξοντωτικές  εξετάσεις στο τέλος τοποθετείται σε κάποιο νοητό ράφι, σε κάποιαν κατηγορία απ’ όπου το ανασύρουν για το επόμενο μάθημα ανατομίας που θα κάνουν στους νέους φερέλπιδες ειδικούς. Η διαστροφή αυτής της ενασχόλησης συμφέρει τρόπον τινά το κείμενο που επιβιώνει καθημαγμένο και τελικά μουμιοποιημένο στους αιώνες.  Το θέμα είναι ότι οι ειδικοί προτείνουν την όποια μέθοδό τους και στους μη ειδικούς ως τη μόνη ορθή και επιβάλλουν ένα δυστυχή τρόπο πρόσληψης στους εν δυνάμει ή στους μελλοντικούς αναγνώστες. Είναι σα να του αφαιρούν το δικαίωμα στην απόλαυση. Είναι σα να του προτείνουν την ηδονή της κατακρεούργησης αντί της ηδονής του συναισθήματος. Και τελικά ο αναγνώστης για να ευτυχήσει πλησιάζοντας το κείμενο αναγκάζεται να στρέψει κάποια στιγμή τα νότα του στους ειδικούς, ν’ απομακρυνθεί, με προσπάθεια και κόπο, από κάθε θεωρία που του εμφυτεύτηκε κατά τη λαμπρή μαθητεία του στα θρανία των ειδικών. Αναζητά τους δικούς του τρόπους για να χαρεί την προσωπική του συνουσία με το κείμενο. Ποιος έρωτας εξάλλου περιέχοντας το ελάχιστο έστω ψήγμα ανατομίας δεν καταργείται αμέσως.

…οι ποιητικοί κύκλοι

…Δεν χρειαζόμαστε άλλους ποιητικούς κύκλους

Δεν χρειαζόμαστε άλλους σεφέρηδες

Στη γειτονιά μου θυσιάζουν τους παρθένους ποιητές… γράφει ο Jazra Khaleed, ελληνοτσετσένος, γεννημένος το 1979 στο Γκρόζνυ της Τσετσενίας που συστήνεται ως «λιποτάκτης δυο στρατών», δηλώνει «σήμερα μποξέρ» και συμπληρώνει δεικτικά, πως τα ποιήματά του έχουν απορριφθεί από έξι εκδότες. Το ποίημα με τίτλο Wörter, που πάει να πει Λέξεις, από το οποίο και πήρα τους τρεις στίχους, είναι δημοσιευμένο στο World Literature Today και σε μετάφραση του Αγγλοαμερικανού συγγραφέα και μεταφραστή Peter Constantine. Τον δρόμο αυτόν άνοιξε στον Jazra Khaleed το internet και συγκεκριμένα το blog του όπου αναρτά τα ποιήματά του με σύνθημα, ποίηση σημαίνει επίθεση, και απ’ όπου τον βρήκε ο Peter Constantine. Ο ίδιος επίσης ξεχώρισε στο 11ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης στο Βερολίνο όπου η νεοελληνική ποίηση, σύμφωνα με το Σπύρο Μοσκόβου από την ελληνική Deutsche Welle και τον γερμανό δημοσιογράφο και συγγραφέα Hans-Peter Kunisch που έγραψε στη λογοτεχνική σελίδα της Süddeutsche Zeitung, έλαμψε εκπροσωπούμενη και χάρη στους Δήμητρα Κωτούλα, Γιάννη Στίγκα, Τίτο Πατρίκιο και ιδιαίτερα χάρη στον Jazra Khaleed. Ο Jazra Khaleed πιστεύει πως η αλήθεια της ποίησης βρίσκεται στην άρνησή της. Μου αρέσουν πολύ, σχεδόν μ’ ενθουσιάζουν, αυτή η επαναστατική παραμυθία που γέννησε ο αιχμηρός κι ανατρεπτικός του λόγος αλλά και η «εξωτική» καταγωγή του. Ο Jazra Khaleed είναι στρατευμένος σε μιαν άρνηση και αποπνέει Charles Bukowski σε πολύ νεαρή ηλικία. «Τολμά» να αρνηθεί τον μέτριο ποιητή Σεφέρη, τους συνεχιστές και τους μιμητές του ίσως πριν τον γνωρίσει. «Τολμά» να αρνηθεί τους ποιητικούς κύκλους, αν υπάρχουν τέτοιοι στην Ελλάδα, ίσως πριν τον δεχτούν ή ίσως πριν φτιάξει το δικό του. «Τολμά» να μιλήσει για παρθένους ποιητές, αναφερόμενος ίσως στην ηλικία τους ή ίσως σε αντιδιαστολή με διακορευμένους ποιητές, μεταφορικά πάντα, ίσως από την κοινωνία ή ίσως από το κράτος. Σε μια εποχή σταυροδρόμι, αλλά ποια εποχή δεν είναι σταυροδρόμι, χρησιμοποιεί την ποίηση ως μέσο, ως φορέα μιας επαναστατικότητας, ξέροντας καλά πως και η ποίηση βρίσκεται σ’ ένα δικό της σταυροδρόμι κι όλα αυτά επίσης ξέροντας καλά πως αυτός ο ίδιος ενσαρκώνει ένα σταυροδρόμι. Από την άλλη έχουμε τη δαμόκλειο σπάθη που επικρέμεται αναποφάσιστη πάνω του και αναφέρομαι σ’ αυτούς που, όχι και τόσο εξαιτίας κάποιου συντηρητισμού, αντιμετωπίζουν το «φαινόμενο» με σκεπτικισμό και οι σκέψεις τους συνοψίζονται στη ρήση του Πλάτωνα πως αν αφαιρέσει κανείς από την ποίηση τη μελωδία, τον ρυθμό και το μέτρο, αυτό που μένει γίνεται κάτι άλλο ή πεζός λόγος.

 Διάβασα τα ποιήματά του στο blog του, http://jazrakhaleed.blogspot.com/ και ξεχώρισα αυτό το οποίο ειλικρινά με ευχαρίστησε πολύ:

διαβάζω ελληνική ποίηση

τους αναγνωστάκηδες

τους πατρίκιους και τους

λειβαδίτες

όλους αυτούς που θέλουν

να φορτώσουνε στην πλάτη

μου τις ήττες τους

πίστεψαν σε κάτι αλλά

αυτό το κάτι τους πρόδωσε

τελικά (ή κάτι τέτοιο τέλος
πάντων)

προσπαθώ ν’ ακούσω τη

χαμηλοφωνηποιησή τους

την τολμηρηγραφή τους

αλλά δεν ξέρω αν όλα

αυτά είναι

δικό μου πρόβλημα

δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις

στη σοφίτα τους κλεισμένοι

παρατηρούν τον κόσμο

από τον φεγγίτη

έχω φτάσει μέχρι τον βαρβέρη και τη

δημουλά αυτή τη γλυκιά

κυριούλα

που χαμογελά

μειλίχια

μέσα από λαϊφστάιλ περιοδικά

βγαίνω έξω στη γειτονιά

μπάτσοι σε κάθε γωνία

και τικανειςτετοιαωρασταεξάρχεια

και ησουνμεκεινουςπουεπιτεθηκανστηδιμοιρία

παίρνω μπύρες απ’ το περίπτερο

και έχω ξεχάσει σε ποια σελίδα ήμουν

Διάβασα τα ποιήματά του με ιδιαίτερα αυστηρή διάθεση και το έκανα όχι μόνο γιατί η αυστηρότητα βρίσκεται στα γονίδιά μου, όχι γιατί αγαπώ τον Τίτο Πατρίκιο ή την Κική Δημουλά αλλά γιατί πιστεύω πως με τον αιχμηρό και ανατρεπτικό λόγο πρέπει ο αναγνώστης να είναι επίσης αιχμηρός και ανατρεπτικός. Σκέφτηκα πως θα μπορούσα άνετα να «αποστιχοποιήσω» αυτά τα ποίηματά, όπως εξάλλου και πολλά άλλα, μετατρέποντάς τα σε μικρά πεζά και τότε μου μοιάζανε σχεδόν μικρά εφηβικά δοκίμια με τα συν και πλην που έχει αυτό. Έψαξα τις καταβολές τους και πρώτα μου ήρθε πρώτος στο νου ο Arthur Rimbaud αισθητικός μποξέρ, ο Charles Bukowski ξεμέθυστος και θυμωμένος, ο Vladimir Mayakovsky στρατευμένος στην άρνηση. Θυμήθηκα και τους στίχους του γηραιότερου της ελληνικής τετράδας στο Φεστιβάλ Ποίησης του Βερολίνου, του Τίτου Πατρίκιου της ήττας, στίχοι που κραυγάζουν, στίχοι που ορθώνονται τάχα σαν ξιφολόγχες, στίχοι που απειλούν την καθεστηκυία τάξη και μέσα στους λίγους πόδες τους κάνουν ή ανατρέπουν την επανάσταση, άχρηστοι, ψεύτικοι, κομπαστικοί, γιατί κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα. Κανένας στίχος δεν κινητοποιεί τις μάζες. Εξάλλου ο Jazra Khaleed πιστεύει πως η αλήθεια της ποίησης βρίσκεται στην άρνησή της κι αυτή του την πίστη χρειάζομαι να την σκεφτώ πάρα πολύ. Για την ώρα αναπαύομαι, αν έχω το δικαίωμα, στα λόγια του Oscar Wilde, για τον έναν είναι ποίηση, για τον άλλον δηλητήριο.

Blog στο WordPress.com.