Τελευταία ανάρτηση με θέμα σπουδαίους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων που έμειναν έξω από το λογοτεχνικό κανόνα, παρά το ταλέντο τους. Παρέλειψα αρκετούς λόγω έλλειψης χρόνου και χώρου, αλλά δεν θα μπορούσα να ξεχάσω τον Ντέιβιντ Γκούντις. Στην Ελλάδα, ακούσαμε για πρώτη φορά το όνομά του το 1984, όταν προβλήθηκε η ταινία του Ζαν-Ζακ Μπενέξ, Το Φεγγάρι στον Υπόνομο. Εκτός της Γαλλίας όπου τα βιβλία του δεν έπαψαν ποτέ να κυκλοφορούν, οι υπόλοιποι μάλλον τότε τον έμαθαν, αφού στις ΗΠΑ τα μυθιστορήματά του ήταν εξαντλημένα για δύο δεκαετίες.
Ο Γκούντις ακολούθησε τη γνωστή διαδρομή των συγγραφέων της εποχής: σπουδές δημοσιογραφίας, διαφήμιση, περιοδικά pulp fiction, βιβλία, σενάρια για το ραδιόφωνο και το σινεμά. Λέγεται ότι την εποχή των περιοδικών pulp fiction, έγραφε έως 10.000 λέξεις τη μέρα. Είχε μεγαλώσει στη Φιλαδέλφεια, στην οποία επέστρεψε το 1950, μετά από έναν αποτυχημένο γάμο, για να ζήσει με τους ηλικιωμένους γονείς και το σχιζοφρενή αδελφό του. Παρά την επιτυχία των βιβλίων του, είχε ήδη πάρει την κάτω βόλτα και σύχναζε στα καταγώγια της πόλης, όπου γνώρισε τους απόβλητους και κατατρεγμένους που έκανε ήρωες των βιβλίων του.
Ο έγκριτος αμερικανός συγγραφέας και κριτικός Τζέφρι Ο’Μπράιαν, έγραφε για τον Γκούντις: «…είναι ο μυστηριώδης άνδρας της ‘σκληρής’ αστυνομικής μυθοπλασίας… Ήρωες του ήταν οι μέθυσοι, οι αποτυχημένοι πιανίστες που κατέληγαν να παίζουν σε φτηνά στέκια, οι μικροκακοποιοί και ασήμαντοι κλέφτες, και τους περιέγραφε με το δικό του βασανισμένο λυρικό ύφος… Ήταν ένας ποιητής των αποτυχημένων… Αν ο Τζακ Κέρουακ έγραφε αστυνομικά μυθιστορήματα, ίσως να έμοιαζαν κάπως με τα δικά του…» Βασικό χαρακτηριστικό των ηρώων του ήταν ότι προέρχονταν από αξιοπρεπείς οικογένειες, αλλά λόγω μιας κακοτυχίας ή μιας λάθος στροφής στη ζωή τους, ατιμώνονταν και κατέληγαν στο περιθώριο. Όπως και ο ίδιος, άλλωστε.
Το πιο πολύκροτο βιβλίο του είναι το Σκοτεινό Πέρασμα, το οποίο μετέφερε στο σινεμά ο Ντέλμερ Ντέηβις, το 1947. Βασικός ήρωας είναι ο Βίνσεντ Πάρυ, ο οποίος εκτίει ισόβια κάθειρξη στο Σαν Κουέντιν για το φόνο της γυναίκας του. Ο Πάρυ δραπετεύει και βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι της Αϊρίν, μιας κοπέλας που πιστεύει στην αθωότητά του. Στην προσπάθειά του να βρει τον αληθινό ένοχο, ο Πάρυ ζητάει από έναν πλαστικό χειρούργο να του αλλάξει χαρακτηριστικά. Με καινούργιο πρόσωπο πια, συνεχίζει την καταδίωξη, χάνει το μοναδικό του φίλο και η δικαίωση φτάνει με εντελώς αναπάντεχο τρόπο. Είναι όμως πράγματι δικαίωση;
Το βιβλίο κυκλοφόρησε αρχικά σε συνέχειες από την εφημερίδα Saturday Evening Post (1946). Λίγα χρόνια αργότερα, το 1963, άρχισε να προβάλλεται στην αμερικάνικη τηλεόραση το σήριαλ ο Φυγάς, το οποίο είχε την ίδια ακριβώς υπόθεση. Ο Γκούντις κατέφυγε τότε στα δικαστήρια με την υποστήριξη της ένωσης συγγραφέων, αλλά δεν πρόλαβε να δει την απόφαση, η οποία βγήκε μετά το θάνατό του και τον δικαίωνε. Ήταν μια από τις πιο σημαντικές αποφάσεις πάνω στο ζήτημα της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Ο Γκούντις χρησιμοποιούσε τη γλώσσα με πρωτοφανή μαεστρία. Μερικά δείγματα της γραφής του: «το άδειο δωμάτιο του ανταπέδωσε το βλέμμα του», «οι ασαφείς σκέψεις του στάθηκαν σ’ ένα μικρό αόρατο ράφι και τον κοίταξαν αφ’ υψηλού», «η ησυχία μπήκε μέσα και κάθισε». Άλλο χαρακτηριστικό των βιβλίων του ήταν ότι στο καθένα δέσποζε μια χρωματική απόχρωση: το πράσινο στη Νυχτερινή Περίπολο, το κίτρινο/πορτοκαλί στο Σκοτεινό Πέρασμα, το καφέ στον Διαρρήκτη.
Στην ομώνυμη ταινία, το ρόλο του Πάρυ έπαιζε ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, και της Αϊρίν η Λωρήν Μπακόλ. Στο 1ο τρίτο της ταινίας, η κάμερα παρακολουθεί τη δράση μέσα από τα μάτια του πρωταγωνιστή, στο 2ο τον βλέπουμε με το αληθινό του πρόσωπο, ενώ στο 3ο μέρος με το πρόσωπο που αποκτά μετά την εγχείριση. (Το τρέιλερ της ταινίας: http://www.youtube.com/watch?v=QfqebB0-RIY&feature=results_video&playnext=1&list=PL09083C24643BA3FA )
Σας χαιρετώ κι εύχομαι να κατάφερα να σας μεταδώσω λίγη από την αγάπη μου για τα αστυνομικά μυθιστορήματα και τις νουάρ ταινίες.